Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014

Σιωπή

σιωπή η: 1. η κατάσταση εκείνου που δε μιλά, δεν απαντά και γενικά δεν εκφράζει τις σκέψεις του ή τα συναισθήματά του: 2. η άρνηση ή η αποφυγή να αναφερθούμε σε ένα γεγονός. 3. απουσία κάθε θορύβου

αυτός που σιωπά λένε πως δεν μιλά αλλά ακόμα και αν σιωπά λέει κάτι με τη σιωπή σιωπώντας δεν απαντά λένε αλλά με τη σιωπή η φωνή ακούγεται πιο βροντερή από κάθε άλλη φωνή γιατί η σιωπή είναι αποκαλυπτική όχι του ήχου αλλά αυτού που κρύβει ο ήχος της φωνής των λέξεων που δεν μπορούν να ειπωθούν γιατί δεν έχουν εφευρεθεί από το σκονισμένο λεξικό της ζωής μας αλλά και αυτών που λένε κάτι που υπολείπεται πολύ από αυτό που θα ήθελα να ειπούν
ξανασκέψου τη στιγμή που σιωπάς και πες γιατί σιωπάς και τούτο θα είναι ένα στοίχημα που εύκολα θα το χάσεις πριν καν το παίξεις γιατί η σιωπή δεν είναι καν η ζαριά των λέξεών σου δεν έχει σημάδια παρά είναι απουσία σημαδιών λεκτικών ή άλλων και εδώ σωστά ομιλεί ο Πυθαγόρας λέγοντας πως πρέπει να σωπαίνεις ή να λες κάτι καλύτερο από τη σιωπή
πόσο δύσκολο είναι να λέγεται κάτι καλύτερο από τη σιωπή ειδικά σε ένα κόσμο που το σώμα για να αποδείξει την ύπαρξή του άγχεται να μιλήσει αν και μιλώντας νομίζει πως δεν σιωπά ενώ στην πραγματικότητα η φωνή του κραυγάζει την σιωπή του
ζώντας κυνηγάμε το θόρυβο δηλαδή τη μη - σιωπή ζώντας σε ένα θορυβώδη κόσμο δομημένο από συναρθρώσεις αλλεπάλληλων σιωπών ομιλούντων σωμάτων αλλά η σιωπή σηματοδοτεί όχι μόνο την άρνηση της ομιλίας αλλά και την αποδοχή της θεμελιώδους αδυναμίας της φωνής να μιλήσει το άρρητο που πάντα διαφεύγει του λόγου και έτσι αποτελεί κατάφαση αυτού που δεν τελειώνει ποτέ αυτού που ποτέ δεν
εγκαθίσταται σε μια μόνιμη και επαναλαμβανόμενη παράσταση λέξης ή άλλου σωματικού φωνήματος με τρόπο που καθίσταται άπειρη η σιωπή στη σιωπή της ως ανεστραμμένο φώνημα του μη λεχθέντος του μη αναπαραστάσιμου της ζωής των συναισθημάτων εκεί που κρύβονται τα πιο μύχια τα επιθυμητά νοήματα
και σαν η σιωπή θριαμβεύσει έχοντας υπερκεράσει τη διάθεσή για καταστρατήγησή της και οι θόρυβοι καταλαγιάζουν έστω και προς στιγμή τότε ίσως ακουστεί μια άλλη φωνή που χρόνια κοίταζε κρυμμένη μέσα στις λέξεις

Ανείπωτα

Σκέψεις μετέωρες στην κόψη του λόγου
χωρίς διαστάσεις και υπόσταση υλική.
Κοιμούνται τη μέρα ξεχασμένες κι αλησμόνητες
στα βάθη των παθών και των ελπίδων.
Σαφείς και ανέκφραστες.
Με Α - στερητικό.

Πόθοι παγιδευμένοι σε διλλήματα
με το χρόνο φύλακα, κριτή και οδηγό.
Ξυπνούν τη νύχτα ανήμποροι να αποφασίσουν·
στις παρυφές του νου και των αισθήσεων.
Ασαφείς και ειρημένοι 

με ΑΝ - υποθετικό.

Γλώσσα άλαλη της ψυχής, αιχμηρή των ματιών, βροντερή του κορμιού.
Φίδι που σέρνεται στα πόδια της ευπρέπειας.
Με δύναμη εκκωφαντική συνθλίβει τους κανόνες.
Κυρίαρχος ορθώνεται αδιαφιλονίκητος·
σαν άρρητη παραμένει.
Με ΣΑΝ - χρονικό.


Τόλμη ασυγκράτητη, που βιάζεται ελεύθερη να υψωθεί.
Με τα μάτια κλειστά και τους φόβους σβησμένους·
ορίζει την καρδιά αρχηγό και ρίχνεται στη μάχη·
με επίγνωση της νίκης και της ήττας.
Να γίνει το όνειρο ζωή.
Με ΝΑ - βουλητικό.

Δήμητρα 19/10/2014

Τοξικός-ή-ό

[Λόγιο < γαλλικό toxique (στη νέα σημ.) < λατινικό toxicus < αρχαίο ελληνικό τό τοξικόν φάρμακον, δηλητήριο για βέλη. Στα αρχαία ελληνικά επίσης ο ικανός στην τοξοβολία.]

Θυμάμαι τον Φιλοκτήτη, ικανό τοξότη, με τα τοξικά βέλη του Ηρακλή, που δηλητηριάστηκε από το ερπετό της Αθηνάς. Δηλητηριώδης στο χέρι που τοξεύει, δηλητηριασμένος στο πόδι που βαδίζει, παγιδευμένος στη Λήμνο. Να είσαι μολυσμένος αλλά και δυνατός, περιζήτητος και εξόριστος, παράξενη υπαρξιακή θέση.

το – Ξι – Κως
Το γράμμα Ξι, δύο φθόγγοι σε ένα γράμμα, μαζί με το Ψι οι δύο παρεκκλίσεις στον φωνολογικό μινιμαλισμό του αρχαίου ελληνικού αλφαβήτου (δεν το καταλαβαίνουμε σήμερα, αλλά με την τότε προφορά κάθε γράμμα αντιστοιχούσε και σε διαφορετικό φθόγγο). Ο ήχος «ξ» διώχνει, ο ήχος «ψ» καλεί. Θα μπορούσαν να είναι τα δύο βουίσματα στα αυτιά του Φιλοκτήτη, όταν τον καλούσαν πίσω
οι ίδιοι που τον είχαν διώξει.
Στην Κω δεν έχω πάει πότε, κανένας συνειρμός, πέρα από στρατιώτες, θάλασσες και ψηλά υψόμετρα. Γκουγκλάροντας, πέφτω πάνω στον Ιπποκράτη και στο Ασκληπιείο, μόλυνση – νόσος –
θεραπεία και πάλι.

Μπο Ν
τοξ –ική
Τα βέλη του γήρατος και τη φθοράς, η προσωρινή θωράκιση από αυτά μέσω μιας νευροτοξίνης, η πρόσκαιρη νίκη πάνω στο γήρας. Δηλητήριο ευγενές, ανανεωτικό, σε ήπιες δόσεις μη τοξικό για τον οργανισμό, που απλώνει όμως την ιδεολογική μόλυνση περί αιώνιας νεότητας.

Κωστής 19/10/2014

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Το τοξικό τανγκό


(από μια ιδέα της Σοφίας Σακουλά)

Το τοξικό τανγκό χρειάζεται δύο, αλλά μπορεί να περιλάβει τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι, εις άπειρον, με βασικό κανόνα ότι δεν αφήνεις ποτέ τον συγχορευτή σου, πριν να έχεις πιάσει ήδη έναν άλλον. Οι χορευτές του τοξικού τανγκό μοιάζουνε με λυσσασμένα κοάλα, όπως αρπάζονται γερά από σώμα σε σώμα, μην επιτρέποντας στο άγγιγμά τους να παραμείνει έστω και μια στιγμή μετέωρο.

Τα χέρια των χορευτών του τοξικού τανγκο εκκρίνουν δραστικές ουσίες και οξέα. Για τους υπόλοιπους ανθρώπους τα υγρά αυτά μπορούν να λειτουργήσουν ακόμη και ως φάρμακα θαυματουργά, στο ήπιο άγγιγμα και στην κατάλληλη δόση - όταν χορεύεις όμως ο βασικός σκοπός τους είναι να διαβρώσουν τη σάρκα του συγχορευτή. Οι χορευτές του τοξικού τανγκό είναι συνηθισμένοι σε αυτόν τον πόνο, και κοιτούν προς το κοινό με μια κινέζικη μάσκα ηρεμίας, ευχόμενοι πως ο παρτενέρ θα καταρρεύσει πρώτος.

Και κάπως έτσι τελειώνει κάποια στιγμή το τοξικό τανγκό. Όσο τα ζευγάρια συνεχίζουν να χορεύουν, οι καυστικές εκκρίσεις τους κυλούν από το σώμα τους στο έδαφος. Στην αρχή διαλύεται το δέρμα της πατούσας, και όσο περνάει η ώρα οι μυς και τα οστά του πέλματος. Όταν η διάβρωση φτάσει ως τους αστραγάλους, ο χορευτής πέφτει με τη σκοτεινή χάρη του ηττημένου, που άντεξε όσο περισσότερο μπορούσε. Υπάρχει πάντα βέβαια ο κίνδυνος να έχει αποχωρήσει πρώτα το κοινό, αηδιασμένο από τις αναθυμιάσεις της διαβρωμένης σάρκας. Αυτός είναι ο άλλος τρόπος να τελειώσει το τοξικό τανγκό.
Κωστής 14/10/2014

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Ατιτλ-Ω

Για
τη γη που χάθηκε απ’ τα πόδια δίχως ν’ αφήσει σκόνη μνήμης
τους βράχους που ορθώθηκαν σε μάτια κρύβοντας όψη διαυγούς
το μέταλλο που πέρασε σώμα νύχτα αφήνοντας νεκρό το νέο
τα δάση που καρβούνιασαν το αύριο της ανάσας πριν καν μυρίσει θέλω
το βοριά που χιόνισε πάγο σε αγάπες αφήνοντάς τις δίχως σάλεψη
το χειμώνα που ερήμωσε τους δρόμους σε πέπλο μοναχικής αγωνίας 

τα πέντε άλφα που ορίζουν σώμα στο αμυδρό του σκίρτημα
την αναγέννηση σπόρου ζωής στο μέλλον ιστορίας


Για

τη βροχή που όξινη καίει ανάλαφρα το καθετί που θα θωπεύσει
τη θάλασσα που τρικυμίζει πνίγοντας τα παλιά σκαριά ονείρων
τη δροσιά που κάθε πρωινό ποτίζει δηλητήριο τα φύλλα της ζωής

τη κρυφή σκιά που τρομάζει το κατόπι του κάθε σώματος
τη δύση φεγγαριού που έχασε την αίγλη του σε άσμα σύμβολο κενό
το φθινόπωρο που ξερνά τη θλίψη του μες στο ποίημαχθες
το τρίγωνο όπου χάνονται οι σκέψεις δίχως άλλη σκέψη
την κίνηση του ποταμού εντός προς μια άλλη γραφή της ιστορίας

Για

τον άνεμο που στροβιλίζει στο τίποτα τις θλιμμένες βεβαιότητές 
τον τυφώνα που παράσυρε συνθλίβοντάς θεμέλια οραμάτων 
την αρχή που πίστεψε εις μάτην πως θα τελεσφορούσε 
τα αόρατα πλάσματα που ζουν εντός τριχοειδών αγγείων εγγράψιμα εις είδωλα
την ανατολή των πόθων που δε θα εγερθούν παρά στη δύση τους
την άνοιξη που ανέραστη φέρνει άσπερμη πείνα αφόρητα λιβιδινική 

τη δημιουργία που έγκλειστη μορφάζει στη δυστοπία της εικόνας της
το άμορφο που θα δώσει μορφή στην ιστορία


Για

τη φωτιά που καίει ασίγαστα στα ρουμπίνια μάτια του λύκου
τη ζέστη που λιώνει την ανάσα πριν αυτή μορφώσει φθόγγο
το κόκκινο που βάφει κάθε τοίχο άλικο ξόρκι στο ίχνος της ζωής
το κτύπημα που συνθλίβει τον καρπό πριν αυτός εγγράψει κάτι
τον ήλιο που ακολούθησε το δρόμο του δίχως να ρωτήσει

το καλοκαίρι που αθρόα έθρεψε φενάκες σε άπειρα σκιρτήματα
την πύρινη διαύγεια που έσβησε μαζί με τη φασματική ύπαρξη
το πνεύμα που θα γυρίσει καίοντας να φτιάξει νέα ιστορία


Για την ορατότητα-αόρατου
Για την ομορφιά-τέρας
Για την λέξη-άρρητο
Για τη φωνή-σιωπή
Για την Ελευθερία
Ω Χάος!